Ο Κανόνας της Καινής Διαθήκης-Κεφάλαιο 2ο Η Καινή Διαθήκη




του Πρεσβυτέρου
Γεωργίου Ανδρ. Σταθοπούλου
Καθηγητού Θεολόγου, MSc – Καθηγητού Μουσικής

2. Τα τέσσερα Ευαγγέλια

Εκ των τεσσάρων Ευαγγελιστών, δηλαδή του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννου, μόνον οι δύο ήσαν μαθητές του Χριστού από την χορεία των δώδεκα. Ο Ματθαίος ο Τελώνης[1] και ο ηγαπημένος[2] του Κυρίου μαθητής, ο Ιωάννης. Οι άλλοι δύο Ευαγγελιστές, Μάρκος και Λουκάς, δεν ανήκαν στο στενό κύκλο των μαθητών του Χριστού, αλλά υπήρξαν μαθητές των Αποστόλων Του.

2.1. Τα συνοπτικά Ευαγγέλια

Η συγγραφή των τριών πρώτων ευαγγελίων, δηλαδή του Ματθαίου, του Μάρκου και του Λουκά, τοποθετείται από τους μελετητές της Βίβλου περί το 70 μ.Χ.. Έως τότε οι χριστιανικές κοινότητες είχαν ζωντανούς ανάμεσά τους, τους αυτόπτες, αυτήκοους και ακολούθους του Κυρίου μας[3], δηλαδή τους Ιερούς Αποστόλους. Οι θείοι και ιεροί μαθητές του Κυρίου μας είχαν αναλώσει την ζωή τους στην στόμα με στόμα διάδοση του Ιερού Ευαγγελίου[4]. Στις λατρευτικές τους συνάξεις οι χριστιανοί των πρώτων κοινοτήτων χρησιμοποιούσαν τις «γραφές», όπως άλλωστε έκανε και ο Ίδιος ο Θεάνθρωπος[5]. Η ανάγκη καταγραφής αυτής της αποκεκαλυμμένης αληθείας, του Ιερού δηλαδή Ευαγγελίου προήλθε, προϊόντος του χρόνου, όταν αφ΄ ενός μεν οι χριστιανικές κοινότητες άρχισαν να πληθύνονται σημαντικά και παρουσιάστηκε η ανάγκη ενιαίας κατηχητικής διδασκαλίας προς τα νέα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού και αφ΄ ετέρου άρχισαν να παρουσιάζονται εντός της Εκκλησίας του Χριστού οι πρώτες αιρετικές διαστρεβλώσεις[6] του Κυριακού μηνύματος.
Το πρώτο χρονολογικά Ευαγγέλιο που καταγράφεται είναι του Ευαγγελιστή Μάρκου, το οποίο μάλιστα θεωρείται από τους μελετητές της Καινής Διαθήκης ως η κυριότερη πηγή των δύο άλλων συνοπτικών Ευαγγελίων, δηλαδή του Ματθαίου και του Λουκά. Στο συμπέρασμα αυτό οι μελετητές καταλήγουν διότι:
  1. Ολόκληρο το περιεχόμενο του Ευαγγελίου του Μάρκου, πλην 30 περίπου στίχων, το συναντούμε και στα Ευαγγέλια των δύο άλλων συνοπτικών δηλαδή του Ματθαίου και του Λουκά,
  2. Οι δύο αυτοί Ευαγγελιστές (Ματθαίος και Λουκάς) συμφωνούν απόλυτα ως προς τη χρονολογική διαδοχή των γεγονότων και των διδασκαλιών στα κοινά τους σημεία με το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο και
  3. στις παράλληλες διηγήσεις τους οι συνοπτικοί, παρουσιάζουν από γλωσσικής πλευράς, μια πιο βελτιωμένη και επεξεργασμένη εικόνα, γεγονός που δεν θα περίμενε κανείς εάν ο Μάρκος έγραφε σε μεταγενέστερο από αυτούς χρόνο[7]
Αυτό το πρωτευαγγέλιο του Μάρκου δεν πρέπει φυσικά να θεωρηθεί ως το κείμενο εκείνο το οποίο αντιγράφουν οι δύο συνοπτικοί ή την μοναδική πηγή αληθείας του έργου και της ζωής του Θεανθρώπου, αλλά ως το πρώτο γραπτό ευαγγελικό μνημείο ή την πρώτη προσπάθεια καταγραφής εκ μέρους αυτοπτών μαρτύρων, του ευαγγελικού μηνύματος. Αυτό άλλωστε είναι αυτονόητο, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Ματθαίος ήταν μαθητής του Ιησού εκ των 12, ενώ οι δύο άλλοι συνοπτικοί υπήρξαν μαθητές μαθητών κάποιου από τους 12 Αποστόλους.

2.2. Το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο

Ο Ευαγγελιστής Μάρκος, άνηκε στη χωρεία των Εβδομήκοντα Μαθητών του Ιησού[8] και υπήρξε αυτόπτης μάρτυς πολλών γεγονότων της ζωής του Θεανθρώπου, όπως του Μυστικού Δείπνου, της συλλήψεως του Κυρίου στον κήπο της Γεθσημανή κ.α.. Ο Μάρκος ήταν υιός της Μαρίας, πλούσιας χήρας από την Αγία Πόλη, όπως μας πληροφορεί ο Λουκάς στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων: «συνιδών τε ἦλθεν ἐπὶ τὴν οἰκίαν Μαρίας τῆς μητρὸς Ἰωάννου τοῦ ἐπικαλουμένου Μάρκου οὗ ἦσαν ἱκανοὶ συνηθροισμένοι καὶ προσευχόμενοι»[9]. Στο Ευαγγέλιο του ο Μάρκος μας καταγράφει πρωτίστως ό,τι ο ίδιος εκ του σύνεγγυς είδε, έζησε και διδάχθηκε από την προφορική παράδοση της πρώτης Εκκλησίας των Ιεροσολύμων της οποίας ήταν μέλος και δευτερευόντως όσα διδάχθηκε μέσω του θείου του Αποστόλου Βαρνάβα, αλλά και του Απ. Παύλου[10], τους οποίους και ακολούθησε στις περιοδείες τους.
 Στο Ευαγγέλιό του ο Μάρκος προσπαθεί μέσα από την σταχυολογήση των γεγονότων της δημόσιας δράσης του Ιησού να μας καταδείξει την μεσσιανική Του αποστολή. Πρώτιστο μέλημα του Μάρκου είναι η σύνδεση του Ιησού με τον αναμενόμενο Μεσσία της Παλαιάς Διαθήκης, στο πρόσωπο του Οποίου και πραγματοποιήθηκαν όλες οι επαγγελίες του Θεού, για τη σωτηρία της ανθρωπότητας. Το Ευαγγέλιό του το γράφει λίγο πριν το 70 μ.Χ.
Ο Ευαγγελιστής Μάρκος θεωρείται ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας. Όπως οι περισσότεροι μαθητές του Ιησού, είχε κι αυτός μαρτυρικό θάνατο. Το λείψανό του φυλασσόταν στην Αλεξάνδρεια μέχρι το 828 μ.Χ., οπότε μεταφέρθηκε από δύο εμπόρους στη Βενετία και έκτοτε φυλάσσεται στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου[11]

2.3. Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο

Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος υπήρξε ένας εκ των Δώδεκα μαθητών του Ιησού[12]. Ήταν υιός του Αλφαίου, αρχικά ονομάζονταν Λευΐς και ασκούσε το επάγγελμα του Τελώνη. Στο Τελωνείο τον συνάντησε ο Κύριος και τον κάλεσε να γίνει μαθητής Του[13].
Ο Ματθαίος έγραψε αρχικά το Ευαγγέλιό του στα Αραμαϊκά[14], μιας και απευθύνονταν στους Ιουδαίους, όμως ο ίδιος λίγο αργότερα το μετέφρασε στην Ελληνιστική κοινή της εποχής, στην οποία γράφτηκαν και τα υπόλοιπα Ιερά Βιβλία της Καινής Διαθήκης. Στο τέλος του Ευαγγελίου του τον βλέπουμε να κάνει μια μεταστροφή ως προς τους αρχικούς παραλήπτες του Ευαγγελίου του, συνειδητοποιώντας την παγκοσμιότητα του ευαγγελικού μηνύματος και τελειώνει με τους τελευταίους λόγους του Ιησού προς τους μαθητές Του: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτοὺς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν»[15].
Μετά την Πεντηκοστή ο Ευαγγελιστής Ματθαίος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αιθιοπία και τελείωσε τον επίγειο βίο του δια μαρτυρικού θανάτου, αφού μετά από σκληρά βασανιστήρια τον έκαψαν.
Στο Ευαγγέλιό του βλέπουμε τον αγώνα και την αγωνία του να αποδείξει ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Ιερός Χρυσόστομος στον υπομνηματισμό του Ευαγγελίου του Ματθαίου μας λέγει ότι: «Διὰ δὴ τοῦτο ὁ μὲν Ματθαῖος, ἅτε Ἑβραίοις γράφων, οὐδὲν πλέον ἐζήτησε δεῖξαι, ἢ ὅτι ἀπὸ Ἀβραὰμ καὶ Δαυῒδ ἦν ο Χριστός»[16]. Το Ευαγγέλιό του γράφει περί το 70 μ.Χ. ή λίγο αργότερα. Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγούμαστε, διότι στο Ευαγγέλιό του γίνεται σαφής υπαινιγμός για την καταστροφή των Ιεροσολύμων και του Ναού από τους Ρωμαίους[17].

2.4. Το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο

Ο Ευαγγελιστής Λουκάς δεν υπήρξε μέλος της χορείας των δώδεκα μαθητών του Ιησού και ως εκ τούτου, δεν είχε προσωπική εμπειρία  των κοσμοσωτηρίων γεγονότων που έλαβαν χώρα γύρω από το πρόσωπο του Θεανθρώπου. Ο ίδιος όμως μας πληροφορεί ότι υπήρχαν στην πρώτη Εκκλησία προφορικές διηγήσεις περί αυτών, τις οποίες διακινούσαν «οἱ ἀπ' ἀρχῆς αὐτόπται καὶ ὑπηρέται γενόμενοι τοῦ λόγου»[18].
Ελληνικής καταγωγής και γεννημένος στην Αντιόχεια της Συρίας ο Λουκάς διδάχθηκε το Ευαγγέλιο από τον Απόστολο Παύλο, την προφορική παράδοση του οποίου και καταγράφει στο Ευαγγέλιο και τις Πράξεις των Αποστόλων. Ο Λουκάς θεωρείται από πολλούς ότι καταγράφει ουσιαστικά το Ευαγγέλιο του Παύλου[19]. Ήταν ιατρός στο επάγγελμα[20] και μετά την βάπτισή του ακολούθησε τον Παύλο σε όλες του τις περιοδείες. Ο Λουκάς έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη Βοιωτία, όπου και απέθανε σε βαθιά γεράματα, από φυσικό θάνατο[21].
Κατά την συγγραφή του Ευαγγελίου του δίνει μεγάλη βαρύτητα στην ιστορικότητα και αυθεντικότητα των θείων γεγονότων, σε μια προσπάθεια να πείσει τον αναγνώστη του ότι «η ιστορία είναι ο ορίζοντας της θείας βουλής και δράσης και συνεπώς έχει πάντα θεολογική, αποκαλυπτική και λυτρωτική προοπτική»[22].    

2.5. Το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο

Ο Ευαγγελιστής της αγάπης Ιωάννης, ο ηγαπημένος[23] μαθητής του Ιησού, ήταν υιός του Ζεβεδαίου και αδελφός του Αποστόλου Ιακώβου[24]. Η ιδιαίτερη αγάπη του Ιησού προς τον Ιωάννη καταφαίνεται σε πολλά σημεία του Ευαγγελίου του, με αποκορύφωμα την παράδοση σε αυτόν της Παναγίας μητέρας Του, λίγο πριν ο Θεάνθρωπος παραδώσει το πνεύμα Του επί του Σταυρού[25].
Εκτός του Ιερού Ευαγγελίου, είναι συντάκτης τριών Καθολικών Επιστολών, καθώς  και του τελευταίου βιβλίου της Βίβλου, της Αποκαλύψεως. Γράφει το Ευαγγέλιο του τελευταίος από τους ευαγγελιστές, γι΄ αυτό και σε αυτό δεν συναντά ο αναγνώστης συχνά κοινές διηγήσεις για θαύματα και λοιπά γεγονότα από τη δημόσια ζωή και δράση του Ιησού, τα οποία μπορεί κανείς να συναντήσει στους συνοπτικούς.  
Το Ευαγγέλιό του το γράφει στην Έφεσο, τη δεκαετία του 90 μ.Χ. όπου και εκοιμήθει σε βαθιά γεράματα, περί τα τέλη του 1ου αιώνος[26].

2.6. Οι τέσσερις Ευαγγελιστές στην εκκλησιαστική τέχνη

Οι ιερείς συγγραφείς των τεσσάρων Ευαγγελίων από πολύ νωρίς απέκτησαν ιδιαίτερη θέση στην Χριστιανική Εκκλησία, μιας και στα κείμενα τους καταγράφεται το λυτρωτικό έργο του Θεανθρώπου. Με τις γραπτές τους μαρτυρίες αποτέλεσαν τους στυλοβάτες της Εκκλησίας μας και ως τέτοιοι δεν θα μπορούσαν να μην αποτυπωθούν και στην εικονογραφία της Εκκλησίας.
Ατενίζοντας κανείς στις κορυφές των τεσσάρων κεντρικών κιόνων κάθε ορθόδοξου ναού, στα τέσσερα «τυφλά» όπως ονομάζονται τόξα ή στα Ειλητά (Αντιμήνσια) ή στις προσόψεις των Ιερών Ευαγγελίων κ.α., θα δει να απεικονίζονται οι τέσσερις Ευαγγελιστές, με μια διαφορετική ο καθένας συμβολική μορφή[27]. Οι παραστάσεις αυτές προήλθαν από την συμβολική ερμηνεία δυο χωρίων της Αγίας Γραφής, ενός από τον Πρ. Ιεζεκιήλ στην Π.Δ. και ενός από την Αποκάλυψη του Ιωάννη[28]. Έτσι έχουμε:
  • Τον Ευαγγελιστή Ματθαίο να παρίσταται με μορφή αγγέλου ή ανθρώπου, μιας και αρχίζει το ευαγγέλιο του, με το χαρμόσυνο μήνυμα του αγγέλου για την γέννηση του Χριστού[29].
  • Τον Ευαγγελιστή Μάρκο να παρίσταται ως λέων, καθότι αρχίζει το ευαγγέλιο του με τη δυναμική παρουσία του Ιωάννη του Προδρόμου στην έρημο[30].
  • Τον Ευαγγελιστή Λουκά να παρίσταται ως μόσχος, μιας και στο πρώτου του κεφάλαιο διηγείται τη θυσία του μοσχαριού στο Ναό από τον ιερέα Ζαχαρία, πατέρα του Προδρόμου[31] και τέλος  
  • τον Ευαγγελιστή Ιωάννη να παρίσταται ως αετός, εξαιτίας του υψηλού περιεχόμενο των πρώτων στίχων του ευαγγελίου, το οποίο παρομοιάζεται με το πέταγμα του αετού[32].



[1] Μτ. 10, 3.
[2] Ιω. 21, 20.
[3] Πρξ. 4, 20.
[4] Ιωάννου Καραβιδόπουλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, ο.π., σ. 109.
[5] Ιωάννου Παναγοπούλου, Η Ερμηνεία της Α. Γ. στην Εκκλησία των Πατέρων, τομ. Α΄, Εκδ. Γραφικες Τέχνες Δημ. Μαυρομμάτης, Αθήνα 1991, σ. 95.
[6] Ιωάννου Παναγόπουλου, Εισαγωγή στην Κ.Δ., ο.π., σ. 20.
[7] Ιωάννου Καραβιδόπουλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, ο.π., σ. 114.
[8] Ιωάννου Καραβιδόπουλου, Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, ο.π., σ. 116.
[9] Πρ. 12,1 2.
[10] Ιωάννου Παναγόπουλου, Εισαγωγή στην Κ.Δ., Εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1995, σ. 88.
[11]http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%85%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%82_%CE%9C%CE%AC%CF%81%CE%BA%CE%BF%CF%82
[12] Το όνομα του το συναντάμε σε όλους τους καταλόγους των Δώδεκα μαθητών: Μτ. 10, 3. Μκ. 3, 18. Λκ. 6, 15. Πρ. 5, 27.
[13] «Καὶ μετὰ ταῦτα ἐξῆλθε καὶ ἐθεάσατο τελώνην ὀνόματι Λευῒν, καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνιον, καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἀκολούθει μοι». Λκ. 5, 27.
[14] Την σημαντική αυτή πληροφορία μας παραδίδει ο Επίσκοπος Ιεραπόλεως της Φρυγίας Παπίος, μαθητής του Ευαγγελιστού Ιωάννου (140 μ.Χ.). Βλέπε: Γεωργίου Σωτηρίου, Εισαγωγή εις την Αγίαν Γραφήν, ο.π., σ. 137.  
[15] Μτ. 28, 19-20.
[16] Γεωργίου Σωτηρίου, Εισαγωγή εις την Αγίαν Γραφήν, ο.π., σ. 137.
[17] Μτ. 22, 7.
[18] Λκ. 1, 2.
[19] Ιωάννου Παναγόπουλου, Εισαγωγή στην Κ.Δ., ο.π., σ. 106.
[20] Κολ. 4, 14.
[21] Ιωάννου Παναγόπουλου, Εισαγωγή στην Κ.Δ., ο.π., σ. 105.
[22] Ιωάννου Παναγόπουλου, Εισαγωγή στην Κ.Δ., ο.π., σ. 108.
[23] Ιω. 13, 23. 19, 26. 20, 3. 21, 7.
[24] Μκ. 1, 19-20.
[25] Ιω. 19, 26-27.
[26]Ιωάννου Παναγόπουλου, Εισαγωγή στην Κ.Δ., ο.π., σ. 146.
[27] Γεώργιος Τσανανάς και Απόστολος Μπάρλος, Καινή Διαθήκη, Ο Ιησούς Χριστός και το έργο του, ο.π., σ. 22.
[28] Ιεζ. 1, 10.: «καὶ ὁμοίωσις τῶν προσώπων αὐτῶν· πρόσωπον ἀνθρώπου καὶ πρόσωπον λέοντος ἐκ δεξιῶν τοῖς τέσσαρσι καὶ πρόσωπον μόσχου ἐξ ἀριστερῶν τοῖς τέσσαρσι καὶ πρόσωπον ἀετοῦ τοῖς τέσσαρσι» και Απ. 4, 7.: «καὶ τὸ ζῷον τὸ πρῶτον ὅμοιον λέοντι, καὶ τὸ δεύτερον ζῷον ὅμοιον μόσχῳ, καὶ τὸ τρίτον ζῷον ἔχον τὸ πρόσωπον ὡς ἀνθρώπου, καὶ τὸ τέταρτον ζῷον ὅμοιον ἀετῷ πετομένῳ».
[29] Μτ. 1- 2.
[30] Μκ. 1, 2.
[31] Λκ. 1, 5.
[32] Ιω. 1, 1-18.
Συνεχίζεται ......

Δημοφιλείς αναρτήσεις