ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ
Hχος: πλ. δ΄
Εωθινόν: ΣΤ'
Το Ευαγγελιο Της Κυριακής
Και προσκαλεσάμενος τον όχλον συν τοις μαθηταίς αυτού είπεν αυτοίς· όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι. ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν· ος δ΄ αν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού; ος γαρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων. Και έλεγεν αυτοίς· αμήν λέγω υμίν ότι εισί τίνες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει.
Μεταφραση
(Κατά Μάρκον η΄ 34 - θ΄ 1)
Ο Ιησούς κάλεσε τότε τον κόσμο μαζί με τους μαθητές και τους είπε: «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, ας σηκώσει το σταυρό του κι ας με ακολουθεί. Γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει· όποιος όμως χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας του ευαγγελίου, αυτός θα τη σώσει. Τι θα ωφεληθεί ο άνθρωπος, αν κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο αλλά χάσει τη ζωή του; Τι μπορεί να δώσει ο άνθρωπος αντάλλαγμα για τη ζωή του; Όποιος, ζώντας μέσα σ΄ αυτή τη γενιά την άπιστη κι αμαρτωλή, ντραπεί για μένα και για τη διδασκαλία μου, θα ντραπεί γι΄ αυτόν και ο Υιός του Ανθρώπου, όταν έρθει με όλη τη λαμπρότητα του Πατέρα του, μαζί με τους αγίους αγγέλους». Τους έλεγε ακόμη ο Ιησούς: «Σας βεβαιώνω πως υπάρχουν μερικοί ανάμεσα σ΄ αυτούς που βρίσκονται εδώ, οι οποίοι δε θα γευτούν το θάνατο, πριν δουν να έρχεται δυναμικά η βασιλεία του Θεού».
Εωθινό Ευαγγέλιο
Τω καιρώ εκείνω, αναστάς ο Ιησούς εκ νεκρών έστη εν μέσω των μαθητών αυτού και λέγει αυτοίς· ειρήνη υμίν. Πτοηθέντες δε και έμφοβοι γενόμενοι εδόκουν πνεύμα θεωρείν. Και είπεν αυτοίς· τι τεταραγμένοι εστέ, και διατί διαλογισμοί αναβαίνουσιν εν ταις καρδίαις υμών; Ίδετε τας χείρας μου και τους πόδας μου, ότι αυτός εγώ είμι· ψηλαφήσατε με και ίδετε, ότι πνεύμα σάρκα και οστέα ουκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα. Και τούτο ειπών επέδειξεν αυτοίς τας χείρας και τους πόδας. Έτι δε απιστούντων αυτών από της χαράς και θαυμαζόντων είπεν αυτοίς· έχετε τι βρώσιμον ενθάδε; Οι δε επέδωκαν αυτώ ιχθύος οπτού μέρος και από μελισσίου κηρίου, και λαβών ενώπιον αυτών έφαγεν. Είπε δε αυτοίς· ούτοι οι λόγοι ους ελάλησα πρός υμάς έτι ων συν υμίν, ότι δει πληρωθήναι πάντα τα γεγραμμένα εν τω νόμω Μωϋσέως και προφήταις και ψαλμοίς περί εμού. Τότε διήνοιξεν αυτών τον νουν του συνιέναι τας γραφάς, και είπεν αυτοίς ότι ούτω γέγραπται και ούτως έδει παθείν τον Χριστόν και αναστήναι εκ νεκρών τη τρίτη ημέρα, και κηρυχθήναι επί τω ονόματι αυτού μετάνοιαν και άφεσιν αμαρτιών εις πάντα τα έθνη, αρξάμενον από Ιερουσαλήμ. Υμείς δε έστε μάρτυρες τούτων. Και ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του πατρός μου εφ' υμάς· υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους. Εξήγαγε δε αυτούς έξω έως εις Βηθανίαν, και επάρας τας χείρας αυτού ευλόγησεν αυτούς. Και εγένετο εν τω ευλογείν αυτόν αυτούς διέστη απ' αυτών και ανεφέρετο εις τον ουρανόν. Και αυτοί προσκυνήσαντες αυτόν υπέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ μετά χαράς μεγάλης. Και ήσαν δια παντός εν τω ιερώ αινούντες και ευλογούντες τον Θεόν. Αμήν.
Μεταφραση
(ΣΤ')
Εκείνο τον καιρό, μετά την ανάστασή του ο Ιησούς στάθηκε ανάμεσα στους Μαθητές του και τους λέει: «Ειρήνη σ΄ εσάς!» Αυτοί από την ταραχή και το φόβο τους νόμιζαν ότι έβλεπαν φαντάσματα. Εκείνος τους είπε: «Γιατί είστε τρομαγμένοι και γιατί γεννιούνται στη καρδιά σας αμφιβολίες; Κοιτάξτε τα χέρια μου και τα πόδια μου, για να βεβαιωθείτε ότι είμαι εγώ ο ίδιος. Ψηλαφίστε με και δείτε· ένα φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, όπως βλέπετε εμένα να έχω». Και λέγοντας αυτά τους έδειξε τα χέρια και τα πόδια του. Αυτοί από τη χαρά και την έκπληξή τους δεν πίστευαν στα μάτια τους· τους ρώτησε τότε ο Ιησούς: «Έχετε τίποτε φαγώσιμο;» Του έδωσαν τότε ένα κομμάτι ψητό ψάρι και ένα κομμάτι κηρύθρα με μέλι. Τα πήρε και τα έφαγε μπροστά τους. Ύστερα τους είπε: «Αυτά εννοούσα με τα λόγια που σας έλεγα όταν ήμουν ακόμη μαζί σας, ότι δηλαδή πρέπει να εκπληρωθούν όλα όσα είναι γραμμένα για μένα στο νόμο του Μωυσή, στους προφήτες και στους Ψαλμούς». Τότε τους φώτισε το νου, για να καταλάβουν τις Γραφές, και τους είπε: «Οι Γραφές λένε ότι έτσι έπρεπε να γίνει, και έτσι έπρεπε να πάθει ο Μεσσίας, ν΄ αναστηθεί από τους νεκρούς την τρίτη ημέρα και να κηρυχθεί στο όνομά του μετάνοια και άφεση αμαρτιών σ΄ όλα τα έθνη, αρχίζοντας από την Ιερουσαλήμ. Εσείς είστε μάρτυρες όλων αυτών. Κι εγώ θα σας στείλω αυτό που σας υποσχέθηκε ο Πατέρας μου. Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σάς οπλίσει με την δύναμή του». Κατόπιν τους οδήγησε έξω από την πόλη ως τη Βηθανία, σήκωσε τα χέρια του και τους ευλόγησε. Καθώς τους ευλογούσε, άρχισε ν΄ απομακρύνεται απ΄ αυτούς και ν΄ ανεβαίνει στον ουρανό. Αυτοί τότε τον προσκύνησαν και γύρισαν στην Ιερουσαλήμ με μεγάλη χαρά, κι έμειναν συνεχώς στο ναό υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό. Αμήν.